Το δέντρο των Χριστουγέννων
Εκείνα τα Χριστούγεννα έμοιαζαν με άνοιξη. Ο ήλιος από την παραμονή ήταν τόσο ζεστός και φώτισε από νωρίς τον ουρανό, δίνοντας μια εξαιρετικά χαρούμενη λάμψη στο γαλάζιο του πρόσωπο. Παρέες παιδιών με γελαστά μουτράκια, παρόλο το αγουρωπό ξύπνημα, ξεχύθηκαν με τα μεταλλικά τρίγωνά τους στους δρόμους να πουν τα Κάλαντα. Ένα έθιμο παλιό, που θα τους απέφερε σίγουρα και κάποια κέρδη, με τα οποία θα αγόραζαν γλυκά, παιχνίδια, ή ό,τι άλλο τραβούσε η καρδιά τους. Τραγουδούσαν τα Κάλαντα χαρωπά και, μέσα στο μυαλό τους, σχεδίαζαν σε ποιες γειτονιές θα τα έλεγαν, ποιες πόρτες θα χτυπούσαν κι ύστερα... Ύστερα πού θα πήγαιναν να εξαργυρώσουν τα κέρδη τους, αγοράζοντας κάποια πράγματα που ονειρεύονταν από καιρό. Μια ομάδα τεσσάρων παιδιών, στάθηκε μπροστά και στην πόρτα του μπάρμπα-Μανώλη. Χτύπησαν το μεταλλικό ρόπτρο σχεδόν συνθηματικά, πιστεύοντας ότι θα καταλάβαινε από τον ήχο, ότι ήταν τα αγαπημένα του ανιψάκια. Εκείνος άνοιξε την πόρτα και το χαρωπό πρόσωπό του φωτίστηκε, μόλις είδε μπροστά